Υπάρχουν πολλές διαφορετικές αιτίες για τη γυναικεία υπογονιμότητα. Το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα αποτελείται από 2 ωοθήκες, 2 σάλπιγγες, τη μήτρα, τον τράχηλο και το κόλπο. Το είδος των προβλημάτων που μπορεί να προκύψουν συνοψίζονται στα παρακάτω:
- Ωοθήκες: Διαταραχές στην ωοθυλακιορρηξία.
Αυτή είναι η πιο κοινή αιτία της γυναικείας υπογονιμότητας. Σε φυσιολογικές συνθήκες, ένα ωάριο πρέπει να απελευθερώνεται κάθε μήνα. Αν δεν απελευθερωθεί, η εγκυμοσύνη δεν μπορεί να συμβεί. Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για μια ωορρηξία να μην συμβεί. Η πιο κοινή αιτία είναι το Σύνδρομο των Πολυκυστικών Ωοθηκών PCOS. Και άλλες ορμονικές διαταραχές μπορεί να σχετίζονται με την υπογονιμότητα όπως επίσης διαταραχές του θυρεοειδούς. Οι ακραίες αλλαγές στο βάρος μπορεί να είναι αρκετές για να σταματήσουν την ωορρηξία να συμβεί.
Οι γυναίκες που έχουν Σύνδρομο Πολυκυστικών ωοθηκών PCOS μπορεί να έχουν τα ακόλουθα προβλήματα:
- Στειρότητα
- Υπερβολική τριχοφυΐα
- Διαταραχές κύκλου
- Ακμή
- Παχυσαρκία
Οι γυναίκες με αυτό το σύνδρομο μπορεί να έχουν περισσότερες πιθανότητες να αποβάλλουν. Ωστόσο τα παραπάνω συμπτώματα δεν είναι εμφανή σε όλες τις ασθενείς. Οι γυναίκες είναι επίσης σε κίνδυνο όταν είναι υπέρβαρες. Η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί με υπερήχους και ειδικό ορμονικό έλεγχο.
Το σύνδρομο μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μία αντίσταση στην ινσουλίνη και έχει αποδειχθεί ότι ορισμένες φορές μπορεί να γίνει ταυτόχρονη θεραπεία με μετφορμίνη, ένα είδος φαρμακευτικής αγωγής που μειώνει τα επίπεδα σακχάρου του αίματος και την υψηλή ινσουλίνη.
- Σαλπιγγικός παράγοντας υπογονιμότητας.
Παθολογία στις σάλπιγγες αποτελεί εξίσου σημαντική αιτία υπογονιμότητας. Αυτό μπορεί να συμβαίνει γιατί οι σάλπιγγες έχουν υποστεί απόφραξη ή έχει διαταραχθεί η λειτουργικότητά τους. Το εσωτερικό τους περιέχει μικροσκοπικές ίνες (σα μικροσκοπικές τρίχες) οι οποίες σιγά σιγά μεταφέρουν το ωάριο στο άκρο του σωλήνα. Μετά την γονιμοποίηση, η λειτουργία αυτών των τριχιδίων είναι η μεταφορά του εμβρύου πίσω στη μήτρα. Προηγούμενες λοιμώξεις, κυρίως από χλαμύδια, μπορούν να προκαλέσουν ζημιά στις σάλπιγγες, όπως επίσης ασθένειες σαν την ενδομητρίωση, μια εξωμήτριος κύηση ή έκτρωση.
- Ινομυώματα – Πολύποδες
Πρόκειται για καλοήθη ογκίδια στη μήτρα ή/και τον τράχηλο τα οποία ανευρίσκονται περίπου στο 20% των γυναικών. Μπορούν να επηρεάσουν το σχήμα και τη λειτουργία της μήτρας. Μπορεί να προκαλέσουν δυσκολία στη σύλληψη αλλά ευθύνονται μόνο για το 3% περιπτώσεων υπογονιμότητας. Υπάρχουν διάφοροι τύποι ινομυώματος:
Ενδοτοιχωματικά , τα οποία βρίσκονται εντός των μυών του τοιχώματος της μήτρας, και τα οποία αναπτύσσονται προς τα μέσα αυξάνοντας παράλληλα και το μέγεθος της μήτρας.
Υποορογόνια , τα οποία μεγαλώνουν κάτω από το εξωτερικό περίβλημα της μήτρας, δημιουργώντας εξογκώματα και τα οποία μπορεί να μεγαλώσουν αρκετά.
Υποβλεννογόνια , τα οποία βρίσκονται κάτω από το βλεννογόνο της μήτρας και αποτελούν το 5% των ινομυωμάτων. Συνήθως αυτά προκαλούν και τα μεγαλύτερα προβλήματα πουυ σχετίζονται με την υπογονιμότητα.
Τα ινομυώματα συνήθως μεγαλώνουν αργά, και αν μεγαλώσουν αρκετά μπορεί να προκαλέσουν διάφορα συμπτώματα. Όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν προκαλούν ιδιαίτερα προβλήματα. Το πιο συχνό σύμπτωμα είναι βαριά περίοδος που σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει αναιμία. Μπορεί επίσης να προκαλέσουν κάποιους κοιλιακούς πόνους , συχνή διούρηση ή δυσπαρεύνια ( πόνο κατά την ερωτική επαφή). Τα προβλήματα εξαρτώνται πάντα από το σημείο στο οποίο βρίσκονται. Υπολογίζεται, ότι παρατηρείται υπογονιμότητα στο ¼ των γυναικών οι οποίες έχουν ινομοιώματα. Στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για συμπληρωματικό παράγοντα και όχι για την κύρια αιτία υπογονιμότητας.
Η διάγνωση των ινομυωμάτων γίνεται μέσω υπερήχου. Σε συνδυασμό με την πυελική εξέταση τα ινομυώματα είναι δυνατόν να χαρακτηριστούν, υποδεικνύοντας το μέγεθος, τον αριθμό και το είδος τους. Με τη βοήθεια άλλων τεχνικών και εξετάσεων όπως η υστεροσαλπιγγογραφία και η υστεροσκόπηση , είναι δυνατόν να ανιχνευθεί κατά πόσο τα ινομυώματα φράζουν τμήματα της αναπαραγωγικής οδού ή την κοιλότητα της μήτρας και να οδηγήσουν στην σωστή διάγνωση που θα μας κατευθύνει στο αν είναι χρήσιμο ή όχι να αφαιρεθούν πριν την έναρξη της θεραπείας γονιμότητας.
- Ενδομήτριοι πολύποδες
Πρόκειται για ογκίδια στην εσωτερική επένδυση της μήτρας (ενδομήτριο) και μπορεί να έχουν μία μεγάλη επίπεδη βάση ή να συνδέονται με το ενδομήτριο με μίσχο. Ανιχνεύονται με τον υπέρηχο, υστεροσαλπιγγογραφία ή υστεροσκόπηση.
- Συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας
Μερικές γυναίκες γεννιούνται με μήτρα η οποία δεν έχει φυσιολογική μορφολογία. Οι πιο συχνές παραλλαγές είναι μήτρα σε σχήμα καρδιάς ή δίκερος μήτρα. Οι πιο κοινές ανωμαλίες σπάνια εμποδίζουν μία γυναίκα να μείνει έγκυος. Υπάρχουν όμως παθολογικές καταστάσεις που μπορεί να επηρεάσουν την εμφύτευση του εμβρύου ή να προκαλέσουν αποβολή .
- Παράγοντες που σχετίζονται με τον τράχηλο της μήτρας.
Ανωμαλίες στον τράχηλο της μήτρας αλλά και στην σύσταση της τραχηλικής βλέννης μπορεί να έχουν αρνητική επίδραση στη γονιμότητα. Τις γόνιμες μέρες του μήνα η σύσταση της τραχηλικής βλέννης αλλάζει με σκοπό να διευκολύνει την διέλευση του σπέρματος. Σε πολλές περιπτώσεις μία αρνητική αλληλεπίδραση μεταξύ σπέρματος και τραχηλικής βλέννης μπορεί να είναι η αιτία της υπογονιμότητας. Επιπλέον, μία στένωση του τραχήλου είναι δυνατόν να παρεμποδίζει την διέλευση του σπέρματος και κατ’ επέκταση την γονιμοποίηση. Η στένωση μπορεί να είναι αποτέλεσμα ενός χειρουργείου ή κρυοθεραπείας η οποία αποτελεί θεραπεία σε περιπτώσεις αλλοιώσεων του τραχήλου της μήτρας.
- Ενδομητρίωση
Στην ενδομητρίωση τα κύτταρα του ιστού που επενδύουν το εσωτερικό τοίχωμα της μήτρας, το ενδομήτριο, αναπτύσσονται έξω από αυτήν . Συνήθως ο ιστός προσκολλάται σε όργανα της πυελικής περιοχής, όπως στις σάλπιγγες, στις ωοθήκες ή πίσω από τη μήτρα. Σε σπάνιες περιπτώσεις φτάνει και σε μέρη του σώματος μακριά από τα γεννητικά όργανα. Είναι ένα φαινόμενο για το οποίο δεν έχει εξηγηθεί επαρκώς η αιτία που το προκαλεί και πολλές μάλιστα φορές δεν έχει συμπτώματα, ακόμα και αν είναι σε προχωρημένο στάδιο. Μπορεί όμως να αποτελέσει σημαντική αιτία υπογονιμότητας , αν και υπάρχουν γόνιμες γυναίκες οι οποίες έχουν ενδομητρίωση.
Η ενδομητρίωση μπορεί να αποτελέσει αιτία υπογονιμότητας αν:
1) Έχουν δημιουργηθεί συμφύσεις στις σάλπιγγες , οι οποίες δεν επιτρέπουν την ελεύθερη μετακίνηση των σπερματοζωαρίων προς τις ωοθήκες και επηρεάζουν τη γενικότερη λειτουργικότητα των σαλπίγγων
2) Η παρουσία της στις ωοθήκες επιφέρει ορμονική αστάθεια στην περιοχή που αναπτύσσονται τα ωοθυλάκια με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η υγεία και ποιότητα του ωαρίου.
3) Συλλογή ενδομητρίωσης στα ωοθυλάκια μπορεί να προκαλέσει ενδομητριώματα η «σοκολατοειδείς κύστεις» οι οποίες μπορεί να προκαλούν πόνο και να εμποδίζουν την ομαλή ωοθηκική λειτουργία.
Η διάγνωση της ενδομητρίωσης γίνεται με λαπαροσκόπηση ή με υπέρηχο αν βρίσκεται στις ωοθήκες. Υπάρχουν πολλές θεραπείες για την αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης. Στόχος είναι να σταματήσει η εμμηνόρροια ώστε να προκληθεί “ξήρανση” στις μάζες των κυττάρων που έχουν δημιουργηθεί. Οι θεραπείες περιλαμβάνουν χρήση GnRH , προγεστερόνης, αντισυλληπτικών χαπιών, δαναζόλης κτλ.
Χειρουργικές επεμβάσεις περιλαμβάνουν laser ή διαθερμίες για την απομάκρυνση των εστιών της ενδομητρίωσης. Η υπογονιμότητα που οφείλεται σε ενδομητρίωση αντιμετωπίζεται με εξωσωματική γονιμοποίηση, αφού πρώτα συνυπολογιστούν όλοι οι παράγοντες που καθορίζουν το συγκεκριμένο περιστατικό.
- Ηλικία και Γονιμότητα
Ο αριθμός των ζευγαριών που προσπαθούν να αποκτήσουν παιδί στις δεκαετίες των 30 και 40 χρόνων αυξάνεται. Ωστόσο είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε ότι η γονιμότητα της γυναίκας μειώνεται με την πάροδο των χρόνων. Όσο η γυναίκα μεγαλώνει, η πιθανότητα μίας εγκυμοσύνης είναι χαμηλότερη, αυξάνεται η πιθανότητα αποβολής καθώς επίσης και ο κίνδυνος για ύπαρξη χρωμοσωμικών ανωμαλιών στο παιδί. Στον γενικό πληθυσμό, η πιθανότητα να μείνει φυσιολογικά έγκυος μία γυναίκα άνω των 40 ετών είναι περίπου 5% ανά κύκλο, ενώ σε γυναίκες κάτω των 35 ετών είναι περίπου 25%.
Το 1/3 των ζευγαριών στα οποία η γυναίκα θα είναι πάνω από 35 ετών θα έχουν προβλήματα γονιμότητας. Η εξωσωματική γονιμοποίηση δεν μπορεί να αντιστρέψει την επίδραση της ηλικίας στη γονιμότητα, μπορεί όμως με την δυνατότητα λήψης περισσότερων ωαρίων να αυξήσει την πιθανότητα ανάπτυξης ενός υγιούς εμβρύου ανά κύκλο , σε σχέση με τη φυσιολογική σύλληψη. Για αυτό και αποτελεί μέθοδο που οδηγεί σε υψηλά ποσοστά επιτυχίας.
Η αιτία μείωσης της γονιμότητας με την πάροδο του χρόνου στις γυναίκες είναι πολυπαραγοντική. Τα κορίτσια γεννιούνται με πάνω από ένα εκατομμύριο ωάρια και στην εφηβεία έχουν μείνει μόλις 300 με 500 χιλιάδες. Από αυτά μόνο 300 θα ωριμάσουν και θα προχωρήσουν στην διαδικασία της ωορρηξίας σε όλη τη διάρκεια των αναπαραγωγικών τους χρόνων.
Σε αντίθεση με τα σπερματοζωάρια που παράγονται διαρκώς νέα, δεν παράγονται νέα ωάρια. Η γυναίκα τα έχει από τη γέννηση της και γερνάνε μαζί με εκείνη. Κοντά στην ηλικία της εμμηνόπαυσης οι ωοθήκες ανταποκρίνονται λιγότερο καλά στις ορμόνες που είναι υπεύθυνες για την ωρίμανση των ωαρίων και η γυναίκα βιώνει την κλιμακτήριο και τελικά την εμμηνόπαυση. Επιπλέον, καθώς οι γυναίκες μεγαλώνουν, αρχίζουν να κάνουν την εμφάνιση τους πιο συχνά ινομυώματα , ενδομητρίωση ή πυελικές φλεγμονές τα οποία έχουν δυνητικά αρνητικές επιπτώσεις στη γονιμότητα.