Αντιμυλλέριος Ορμόνη – AMH. Ποιος ο ρόλος της στη γονιμότητα;

H Αντιμυλλέριος Ορμόνη (AMH) είναι η ουσία που αναστέλλει την ανάπτυξη των πόρων του Muller (αναπαραγωγικά όργανα θήλεως) στα αναπτυσσόμενα αρσενικά έμβρυα. Η σημαντική ανακάλυψη ήταν η σύνθεση της ΑΜΗ πραγματοποιείται στα κοκκιώδη κύτταρα (τα κύτταρα που περιβάλλουν ένα ώριμο ωάριο), οδήγησε στην εκτεταμένη διαγνωστική χρήση των τιμών της, στην προσπάθεια διερεύνησης της γονιμότητας μίας γυναίκας. Για τα τελευταία 20 χρόνια, η σχέση των επιπέδων της ΑΜΗ, με τη λειτουργία των ωοθηκών, έχει μελετηθεί εκτενώς.
Η ΑΜΗ παράγεται σε μεγαλύτερες ποσότητες σε κοιλοτικά ωοθυλάκια(που έχουν άντρο) μεγέθους <6 mm. Αντιθέτως, τα ωοθυλάκια διαμέτρου > 8 mm , τα κύτταρα της θήκης και οι εκφυλισμένους αδένες έχουν σχεδόν μη ανιχνεύσιμα επίπεδα της ΑΜΗ. Θεωρείται ότι η AMH εμποδίζει την μετάβαση από τα αρχέγονα ωοθυλάκια σε αυξανόμενα κοιλοτικά ωοθυλάκια. Κατά την επαγωγή της ωορρηξίας, υπάρχει μια μείωση στα επίπεδα της ΑΜΗ και αυτό είναι αναμενόμενο, καθώς τα μεγαλύτερα προωορρηκτικά ωοθυλάκια παράγουν λιγότερη ΑΜΗ.
Μια μείωση των επιπέδων της AMH μπορεί να είναι ένας πρώτος δείκτης της ωοθηκικής γήρανσης. Αυτό ακολουθείται από μία μείωση των τιμών της ινχιμπίνης Β και αργότερα από την αύξηση των επιπέδων της FSH. Υπάρχουν μελέτες που ότι τα επίπεδα της ΑΜΗ μπορεί (στο άμεσο μέλλον) να αποτελούν ένα χρήσιμο εργαλείο για την πρόβλεψη της εμμμηνόπαυσης.
Διαβάστε επίσης: Εξωσωματική Γονιμοποίηση: Η αραίωση του αίματος μειώνει δραστικά τις πιθανότητες αποβολής και αυξάνει τις πιθανότητες σύλληψης